Αγαπητοί φίλοι της μπλογκόσφαιρας, αυτή την Παρασκευή αποφάσισα να μην έχω καλεσμένο. Δεν θα σας πω τους λόγους, δεν υπάρχουν. Έτσι το αποφάσισα. Ίσως γιατί σκεφτόμουνα να ανεβάσω μια ιστορία του Σάκη. Έλα όμως που πλάκωσε δουλεία και που μυαλό να γράψω.
Ίσως γιατί πρόσφατα είδα τον Βασίλη Λέκκα να τραγουδάει ζωντανά τον Κεμάλ και μια απογοήτευση, έναν ντουβρουτζά τον έλαβα. Μα είναι δυνατόν το τραγούδι που τον καθιέρωσε να το εκτελεί τόσο ψυχρά; Μια έπαρση, ένα στυλάκι έχω φωνάρα και θα το πω όπως θέλω. Τι να πω.
Ίσως γιατί από παντού ακούω κλάψες, μιζέριες, για την ζωή που ζούμε, για το που πάμε, για τους παπάδες, τους πολιτικούς, τα αφεντικά, τους συναδέλφους, τους φίλους. Τι έγινε ρε παιδιά, μήπως είναι καιρός να ξαναγυρίσουμε σε παλιές αξίες, να θυμηθούμε ότι αξία δεν έχει το βρακί που φοράμε, αλλά πως το φοράμε, αλλά και ποιος μας το βγάζει; Μέχρι και η Βούρτση, η ιέρεια της κλάψας το γύρισε στην κωμωδία. Εμείς γιατί;
Μήπως να γυρίσουμε και να ξαναανακαλύψουμε τον άνθρωπο, το παιδί, τον φίλο, τον σύντροφο; Μάθαμε σε έναν τρόπο ζωής, και δεν βγάζω και τον εαυτό μου έξω, που οι προτεραιότητες ήταν το θεαθήναι. Όχι η ουσία.
Μπορεί να φταίει βέβαια και το βιβλίο που διαβάζω αυτόν τον καιρό. Ένα βιβλίο που το είχα διαβάσει όταν πήγαινα Λύκειο. Δερματόδετο, που στόλιζε την βιβλιοθήκη του πατέρα μου. Οι Μεγάλοι Μύσται, λέγεται του Ed. Sehure, από τις εκδόσεις Δαρεμάς. Αποτελείται από μικρές βιογραφίες. Επέλεξα να σας παρουσιάσω ένα απόσπασμα για τον Πυθαγόρα, ελπίζοντας να ξαναβρούμε την αισιοδοξία μας και το χαμένο μας χαμόγελο.
Λέω για την επόμενη εβδομάδα, να καλέσω τον Λάκωνα!!! Ελπίζω να μας κάνει την τιμή.
ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ
Ο μέγιστος μυσταγωγός της Ελλάδος
Γεννήθηκε το 580 π. Χ.
Πέθανε το 500
Σε ηλικία 80 χρονών.
Μια νύχτα στη Σάμο
Ο μέγιστος μυσταγωγός της Ελλάδος
Γεννήθηκε το 580 π. Χ.
Πέθανε το 500
Σε ηλικία 80 χρονών.
Μια νύχτα στη Σάμο
Ήταν στις αρχές του 6ου αιώνα π. Χ.
Κάποια βραδιά της άνοιξης, καθάρια και φωτεινή, ένας νέος είχε ξεχαστεί μέσα στο άλσος από λυγαριές, στην αρχαία πολιτεία της Σάμου. Αντίκρυ του, κάτω από το φέγγος της πανσελήνου, ο ναός της Ήρας πρόβαλλε μεγαλόπρεπος, σαν να τον έλουζε ένα χρυσό μυστήριο.
Στα πόδια του νεαρού είχε γλιστρήσει, από ώρα, ένας κύλινδρος από πάπυρο, με στίχους του Ομήρου. Η γοητεία της νύχτας και οι διαλογισμοί του τον είχαν απορροφήσει, τώρα, τον νεαρό Πυθαγόρα, πέρα από τα πράγματα και τα σύνορα του ορατού κόσμου…
Ο Πυθαγόρας ήταν γιός του Μνησάρχου, ενός πλουσίου Σαμιώτη εμπόρου κοσμημάτων και πολυτίμων πετραδιών και της Παρθενίδας ή Πυθαΐδας. Όταν οι γονείς του παντρεύθηκαν, πήγαν στους Δελφούς, να ρωτήσουν το Μαντείο, για το μέλλον του. Και η Πυθία τους είπε:
-Ευτυχισμένοι εσείς! Θ’ αποχτήσετε ένα παιδί, που θα είναι ωφέλιμο σ’ όλους τους ανθρώπους και σ’ όλους τους καιρούς!
Και τους έπεισε να ταξιδέψουν στη Σιδώνα της Φοινίκης, ώστε ο μοιραίος γιός να ενσαρκωθεί, να σχηματισθεί και να γεννηθεί μακριά από τις ταραγμένες, τότε, περιστάσεις της πατρίδας τους.
Πριν ακόμα γεννηθεί το παιδί, οι γονείς του το είχαν τάξει στον θεό Απόλλωνα, κατά την Σελήνη του έρωτα. Και όταν ήρθε στον κόσμο, ύστερα από ένα χρόνο, η μητέρα του -σύμφωνα με την συμβουλή που της είχαν δώσει οι ιερείς των Δελφών- το πήγε στον ναό του Αδωνάι, σε κάποια κοιλάδα του Λιβάνου, για να το ευλογήσει ο αρχιερέας. Κατόπιν η οικογένεια γύρισε στην Σάμο.
Το παιδί της Παρθενίδας ήταν πολύ ωραίο, ήσυχο, καλοπροαίρετο και στοχαστικό. Όσο μεγάλωνε, το πάθος της γνώσης και η εξυπνάδα έλαμπαν μέσα στα μάτια του, και όλα του τα καμώματα φανέρωναν πως ενεργούσε με φρόνηση και μυστικοπάθεια.
Μα και οι γονείς του έκαναν το καθετί, για να τον ενθαρρύνουν στην πρόωρη κλίση του να σπουδάσει την σοφία. Και, σε λίγο, ο Πυθαγόρας μπορούσε ελεύθερα να συζητεί με τους σοφούς και τους ιερείς της Σάμου για τα μυστήρια της θρησκείας τους και για της αρχές της φυσικής, που άρχισε να διδάσκεται στις σχολές της Ιωνίας.
Δεκαοχτώ χρονών είχε παρακολουθήσει μαθήματα του Ερμοδάμαντα στη Σάμο και δύο χρόνια αργότερα πήγε στη Σύρο και μαθήτευσε κοντά στον Φερεκύδη. Πήγε ακόμα και στη Μίλητο και είχε συζητήσει για τα μεγάλα προβλήματα του νου και της ψυχής με τους σπουδαίους σοφούς, τον Θαλή και τον Αναξίμανδρο.
Όσα είχε διδαχθεί, έτσι, του είχαν πλατύνει τους ορίζοντες της σκέψης τους. Μα μέσα του είχε πάντα ζωντανή λαχτάρα, να γνωρίσει ακόμα, να λύσει τα προβλήματα, να δώσει εξηγήσεις στις απορίες και στα ενδιαφέροντά του. Γιατί, κατά βάθος, οι διδασκαλίες αυτές, που είχε ακούσει, ήταν διαφορετικές από σοφό σε σοφό, και αντίφασκαν μεταξύ τους.
Μα ποια, λοιπόν, ήταν η αλήθεια; Που και πως μπορούσαν να συμπέσουν και να συνθέτονταν όλες οι αντιλήψεις και όλες οι θεωρίες για να προκύψει μια ενότητα, αυτή που θα ερμήνευε την ύπαρξη και το σκοπό του μεγάλου Παντός;
Τώρα ο γιός της Παρθενίδας περνούσε την περίοδο της βαθειάς διανοητικής κρίσης, όπου ανήσυχος και ικανός νους, σε εξέγερση από την αντιθετικότητα των ιδεών και των πραγμάτων, συγκεντρώνεται για να δοθεί μόνος του στην υπέρτατη εκείνη προσπάθεια, στην επίμονη ζήτηση, για να εύρη τον δρόμο, να ορίσει τον σκοπό, να διακρίνει το τέρμα, να αποκαλύψει και να ιδεί τον ήλιο της αλήθειας, που είναι το κέντρο της ζωής.
Η θεία επιφοίτηση
Σ’ αυτούς λοιπόν τους στοχασμούς του είχε παραδοθεί ο Πυθαγόρας κι εκείνο το βράδυ. Μονάχος ανάμεσα στη φύση, όπως ανάσαινε τις δημιουργικές πνοές της γης, αισθανόταν να δένεται μαζί της, να ενώνεται με τη φύση γύρω του.
Θυμόταν πως του είχαν πει οι σοφοί:
- Από τη φύση προέρχεται το παν. Τίποτα δεν γίνεται από το τίποτα. Η ψυχή προέρχεται από το νερό ή από τη φωτιά - ή και από τα δύο. Η αιώνια φύση είναι τυφλή και αλύγιστη. Υποτάξου ήσυχα στο μοιραίο της νόμο. Η μόνη σου αξία θα είναι να τον γνωρίσεις και να του υποταχθείς!
Μα ύστερα, όπως ύψωνε τα βλέμματά του στον ουρανό, οι πεποιθήσεις του, οι εντυπώσεις του, άλλαζαν. Έβλεπε τους αστερισμούς σαν πύρινα γράμματα, μέσα στην γαλανή άβυσσο. Γράμματα που έπρεπε να έχουν ένα νόημα…
Μα ποιος θα εξηγούσε ποτέ το αλφάβητο των άστρων; Ποιος θα έβρισκε τον μαγικό Αριθμό, που συμβολίζει την υπέρτατη αρμονία τους, για να συνθέσει το σύμπαν τους ουράνιους αυτούς κόσμους, που ο καθένας υπάρχει και κινείται με τους δικούς του νόμους;
Οι ιερείς της Ήρας του είχαν πει:
- Πριν από τη γη υπήρξε ο ουρανός των θεών. Από εκεί έρχεται η ψυχή σου. Παρακάλεσέ τους, να ξανανεβεί εκεί!
Θεοί! Μέσα σ’ αυτό το πλέγμα των αντιφάσεων, ποια ήταν η Αλήθεια! Τι έπρεπε να πιστέψει;…
Ξαφνικά, ένας λάγνος σκοπός του έκοψε τους στοχασμούς. Και γέλια τρελά μαζί. Τραγουδούσαν από κάποιο κήπο -ανδρικές και γυναικείες φωνές- με τον ήχο κιθάρας.
Μα δεν κράτησε πολύ αυτή η φιλήδονη μουσική: Την ετάραξαν άγριες φωνές και πονεμένα στενάγματα σκλάβων, που τους φόρτωναν στο λιμάνι, για να τους πουλήσουν στην Ασία. Ήταν Σάμιοι, που είχαν στασιάσει εναντίον του τυράννου του νησιού, του Πολυκράτη.
Ένας πόνος έσφιξε την καρδιά του νέου, ώσπου να ησυχάσουν πάλι όλα γύρω του. Προσπάθησε τότε να συγκεντρωθεί στους διαλογισμούς του. Μα τώρα το πρόβλημα στηνόταν μπρος του πιο δύσκολο και πιο σπαραχτικό.
Η γη έλεγε:
- Ειμαρμένη!
Ο ουρανός έλεγε:
- Πρόνοια!
Κ’ η Ανθρωπότης, ανάμεσα, στα δυό, αποκρινόταν:
- Τρέλα! Πόνος! Σκλαβιά!
Το μυαλό του Πυθαγόρα χτυπιόταν μέσα στις αντιθέσεις αυτές και στους προβληματισμούς του.
Ωστόσο, απόψε, γινόταν μια αποκάλυψη μέσα του. Στο βάθος της συνείδησής του άκουγε τώρα μια αδάμαστη φωνή, ν’ αποκρίνεται στα φέγγη τ’ Ουρανού και στις αλυσίδες της Γης.
- Ελευθερία!
Ποιος όμως είχε δίκιο -οι σοφοί, οι τρελοί, οι δύστυχοι, ή ο ίδιος αυτός;
Ίσως όλοι. Υπήρχε και από μια αλήθεια για κάθε κόσμο, καμιά δε του εξηγούσε τον λόγο της ύπαρξής της. Οι τρεις οντότητες -η Γη, ο Ουρανός, ό Άνθρωπος- ήταν αμετακίνητες, όπως τα σπλάχνα της πρώτης, τα φώτα του δεύτερου, η καρδιά του τρίτου. Αλλά ποιος γνώριζε τη μυστική τους συμφωνία, το νόμο της ισορροπίας τους;
Όποιος θα τα εύρισκε, αυτός θα ήταν ο αληθινός σοφός! Αυτός θα κάτεχε τη θεία επιστήμη και θα μπορούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους. Μέσα στη σύνθεση λοιπόν των τριών κόσμων υπήρχε το μυστικό του Κόσμου!
Καθώς πρόφερε αυτήν τη λέξη, που μόλις είχε βρει, ο Πυθαγόρας τινάχτηκε όρθιος. Μαγεμένο το βλέμμα του καρφώθηκε πάνω στη δωρική πρόσοψη του ναού της Ήρας. Κάτω από την πανσέληνο φαινόταν μεταμορφωμένο το κτήριο. Κι ο Πυθαγόρας νόμισε τότε πως έβλεπε αυτή την ιδανικήν εικόνα του Κόσμου, τη λύση στο πρόβλημα που ζητούσε:
Η βάση, οι κολόνες, το επιστύλιο και το τριγωνικό αέτωμα του ναού του παρίσταναν, ξαφνικά, την τριπλή φύση του Ανθρώπου και του Σύμπαντος, του μικρόκοσμου και του μακρόκοσμου, στεφανωμένου με την Θεία Μονάδα, που και αυτή είναι μια Τριάδα. Έτσι ο Κόσμος, που μέσα του ζει κυρίαρχος ο Θεός, σχημάτιζε την ιερή Τετράδα, απέραντο και αγνό σύμβολο, πηγή της Φύσεως και πρότυπο των θεών!
Ναι, μέσα στις γεωμετρικές εκείνες γραμμές του ναού, ήταν κρυμμένο το κλειδί του σύμπαντος, η επιστήμη των αριθμών, ο Τριαδικός νόμος, που ορίζει την υπόσταση των όντων, και ο νόμος της Επτάδας, που επιβλέπει την εξέλιξή τους. Και, μέσα σε μια μεγαλόπρεπη οπτασία, ο Πυθαγόρας είδε τους νόμους να κινούνται με τον ρυθμό και την αρμονία των ιερών Αριθμών.
Είδε την ισορροπία της Γης και τ’ Ουρανού, που δείχτης της είναι η ανθρώπινη Ελευθερία. Είδε τους τρεις κόσμους, τον φυσικό, τον ανθρώπινο και τον θείο, ν’ αλληλοσυγκρούονται, να αλληλοσυμπληρώνονται και να παίζουν το παγκόσμιο δράμα, με διπλή κίνηση, επάνω και κάτω. Μάντεψε ακόμα τις σφαίρες του αόρατου κόσμου, που περιβάλλει τον ορατό και τον ζωογονεί αδιάκοπα. Ένοιωσε τέλος τον εξαγνισμό και την λύτρωση του ανθρώπου απ’ αυτήν εδώ κάτω την γη, με την τριπλή μύηση.
Όλα αυτά βέβαια, τα είδε σε μιαν επιφοίτηση, σε στιγμιαία έλλαμψη, με την βεβαιότητα του πνεύματος, που αντικρύζει την Αλήθεια. Και τώρα αισθανόταν χρέος του ν’ αποδείξει με την λογική ό,τι το καθαρό του πνεύμα είχε συλλάβει μέσα στο άπειρο.
Ωραία τα γράφει, σαν παραμύθι - βιογραφία..
ReplyDeleteΚλάψες και μιζέριες Παύλο, τι άλλο στον καιρό μας; Όλοι θέλουν τα παραπάνω..
από την επιφοίτηση εμπνεύστηκε το τετράγωνο της υποτείνουσας και μας ταλαιπωρεί από τότε;
ReplyDeleteμιζεριάζω τώρα πάλι! λολ!
κι όμως προτεραιότητα μοιάζει να είναι πάντα η ουσία. απλά μερικές φορές χάνεται η λογική στο να την δούμε. γιατί ένα και ένα μπορεί να κάνει δύο μα μερικές φορές μπλέκεται το + με το - και το * με το /
ReplyDeleteυγ άννα και κρινιώ. να πάμε
καλημέρα Παύλο....
ReplyDeleteμία ακόμα ανάρτηση με αλήθειες!!!!
φιλάκια!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Κυνηγώντας τα πολλά χάνουμε τα ουσιώδη. Συνήθης κατάσταση χρόνια τώρα
ReplyDeleteOλίγον τι New Age μου κάνει όλο αυτό το κείμενο...
ReplyDeleteΈχω κι εγώ τους Μεγάλους Μύστες, δερματόδετους ακριβώς όπως τους περιγράφεις! ΛΟΛ ! Αλλά για την ιέρεια της κλάψας θα τα χαλάσουμε... Η Βούρτση είναι μεγάλη ηθοποιός ασχέτως των μελό του ελληνικού κινηματογράφου! Και καταπληκτική κωμικός κατά τη γνώμη μου... ήδη από το "Η Ελίζα και οι άλλοι"
ReplyDeleteΤρεις φορές προσπάθησα να μπω να αφήσω σχόλιο, σε τρεις διαφορετικές χρονικές στιγμές, και με πέταξε έξω!!...
ReplyDeleteΛες να υπάρχει θεός και να με τιμωρεί;.. Όχι, διότι αυτό ήθελα να πω - δεν υπάρχει λέμε :)
Καλό σ-κ!
Καλημέρα Παύλο μου!
ReplyDeleteΚαλό μήνα!
Πολύ ωραίο κείμενο, κυλάει σαν παραμύθι.
Δυστυχώς μένουμε στις μιζέριες και χάνουμε την ουσία.
Δεν βλέπω όμως πώς θα αλλάξει αυτό...
Φιλιά!
ξερεις τι λεω; επειδη παρατηρουμε μια υαση προς γκρινια απο τους αλλους, καλο ειναι να ειμαστε ενιοτε στον κοσμο μας και να μη γινομαστε ιδιοι ολοι. και το λες εγω, που ειμαι η πλεον γκρινιαρα.την ουσια, οταν θελουμε τη βρισκουμε, σε μια κουβεντα, σε ενα γραπτο , σε μια στιγμη, σε μια μικρη ωρα...οπως τωρα.εδω.
ReplyDeleteκαλη κυριακη
Καταπληκτικό το κείμενο για τον Πυθαγόρα. Νομίζω ότι θα αγοράσω το βιβλίο:)
ReplyDelete